Η ομαδική εικαστική έκθεση «Τα Ωραία του Πέραν» παρουσιάζεται από τις 12 Δεκεμβρίου 2018 στο Κέντρο Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος» του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού στην Αθήνα. Μετά την πρώτη της επιτυχημένη παρουσίαση στο Σισμανόγλειο Μέγαρο του Γενικού Προξενείου της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη τον Μάρτιο του 2018, η έκθεση παρουσιάστηκε επίσης στο Ίδρυμα Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης στην Ξάνθη, σε συνδιοργάνωση με τη Συμμαχία για την Ελλάδα, τον Σεπτέμβριο του 2018, για να συνεχίσει τώρα το ταξίδι της και να παρουσιαστεί στην Αθήνα, στο Κέντρο Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος».
«Η ιδέα της έκθεσης «Τα Ωραία του Πέραν», που σχεδιάστηκε από την επιμελήτρια της έκθεσης Ίριδα Κρητικού και παρουσιάζεται στην Αθήνα με την αμέριστη συμπαράσταση του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού, γεννήθηκε από την επιθυμία της απόπειρας έκφρασης αυτού που αισθανόμαστε όλοι όσοι ζήσαμε και αφουγκραστήκαμε σε χρόνο μονάκριβο αλλά δανεικό, για διαστήματα μεγαλύτερα ή μικρότερα αλλά πάντοτε φορτισμένα με ανεξίτηλες εικόνες και ανεξίτηλες βιωματικές εμπειρίες το μοναδικό αυτό κυριολεκτικό και μεταφορικό σταυροδρόμι Ανατολής και Δύσης της Κωνσταντινούπολης, με τη μεγαλειώδη αρχιτεκτονική και τη σκονισμένη από τους αιώνες ανθρώπινη μνήμη.»
«Ενταγμένα στο τρυφερό αυτό λογοπαίγνιο που αποτελεί προφανή αναφορά στο δημοφιλές μελόδραμα του Τυμφρηστού «Η Ωραία του Πέραν» (1920) και στη βασισμένη σε αυτό και αντίστοιχα επιτυχημένη ομότιτλη ταινία του Ορέστη Λάσκου (1953) που γυρίστηκε στην Κωνσταντινούπολη, τα έργα των 15 εικαστικών που συμμετέχουν στην έκθεση με ζωγραφική, φωτογραφία και βίντεο εγκατάσταση, γεννήθηκαν σε μεγάλο βαθμό υπό το στιγμιαίο κλίμα μιας εντατικής πρωτοειδωμένης και καθηλωτικής εικόνας. Οι εκλεκτικές τους συγγένειες, είτε πρόκειται για ζωγραφική αφήγηση και φωτογραφική αποτύπωση, είτε πρόκειται για ηχητική ή άλλη μαρτυρία, συνδέονται κατά κύριο λόγο με τον συνθηματικό και συμπυκνωμένο τρόπο που συγγενεύουν και οι γεωγραφικές και συναισθηματικές μνήμες όλων των ανεξάντλητων προορισμών», σημειώνει η Ίρις Κρητικού στον κατάλογο της έκθεσης.
Το διηνεκές πνεύμα του Πέραν και η βοερή καθημερινότητά του, οι λεπταίσθητες συνομιλίες διαφορετικών εποχών, η Μεγάλη Οδός, τα εναπομείναντα αστικά αρχιτεκτονήματα και οι αναμνήσεις της Art Nouveau που συγχέονται με το ευτελές ή το υπό κατεδάφιση, ο ρευστός συνεκτικός ιστός που προκύπτει από τους ημιαστικούς χώρους της Πόλης, τα νεότερα στρώματα του δομημένου χώρου που διαλύονται σταδιακά, τα αστικά αρχιτεκτονήματα που σκεπάζουν τις πρώιμες δομές της περιοχής και την χαμένη χλωρίδα της πόλης, η εσωτερική ευγένεια των αφρόντιστων κτηρίων και ο απόηχος της γιορτής πίσω από τις σιωπηλές προσόψεις. η ευρωπαϊκή κοσμοπολίτικη μνήμη και η γνώριμη διάχυτη μελαγχολία που αποτελεί προϋπόθεση σχεδόν «για να δει κανείς τις σκηνές και να επικαλεστεί τις μνήμες υπό τις οποίες η ίδια η πόλη μεταβάλλεται στην άυλη εικονογράφησή της, τα σπαράγματα της μυθολογίας ενός προγενέστερου χρόνου και οι θυρεοί της νοσταλγίας, τα κολάζ των παιδικών αναμνήσεων, τα οικογενειακά κειμήλια και τα οικογενειακά φωτογραφικά άλμπουμ, γεμισμένα με πορτραίτα τραβηγμένα σε φωτογραφικά στούντιο μιας άλλης εποχής,τα Ρωμαίικα σχολεία και οι εκκλησίες, τα εμπορικά καταστήματα και τα ζαχαροπλαστεία, οι χρησιμοποιημένοι χάρτες και τα μικρά αναμνηστικά αντικείμενα-τρόπαια των επίμονων περιηγήσεων, οι καθημερινές εικόνες, οι μυρωδιές και οι ήχοι, η ζωή, εν γένει, που διαπλέκεται τόσο στενά με την ιστορία, ενώ ολοένα αλλάζει, όλα αυτά και πολύ περισσότερα, αποτελούν την πολύτιμη παρακαταθήκη των «Ωραίων του Πέραν» που επιχειρούν αποσπασματικά ίσως αλλά ευφραντικά αυτοαναφορικά να ανακαλέσουν και να αφηγηθούν οι συμμετέχοντες στη μαγική αυτή διαδρομή».
Η έκθεση πλαισιώνεται από σημαντικές παράλληλες δράσεις Διαλέξεις και στρογγυλές τράπεζες, συνομιλίες και ξεναγήσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα και θεματικές ξεναγήσεις σχεδιάστηκαν από την ομάδα των συμμετεχόντων εικαστικών και την επιμελήτρια της έκθεσης, αρθρώνοντας ένα πυκνό πεδίο θεματικών πτυχών και καλύπτουν το διάστημα μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου.